Αναγνώστες

Κυριακή 18 Μαρτίου 2018

''Του Βασίλη'' Κλέφτικο

Τα κλέφτικα τραγούδια ,ως διακριτό είδος των επικών δημοτικών τραγουδιών, πήραν το όνομά τους από το περιεχόμενο των στίχων τους. Σε ό,τι αφορά στον ελλαδικό χώρο τα κλέφτικα τραγούδια είναι δημιουργήματα μιας συγκεκριμένης περιόδου της Τουρκοκρατίας μετά τον 16ο αιώνα και στα θέματά τους διαφαίνεται η επαναστατική δράση των κλεφτών και των αρματολών.
Στους στίχους εγκωμιάζεται η ζωή, τα κατορθώματα, η νικηφόρα μάχη ή ο ένδοξος θάνατός τους. Μολονότι αναφέρονται σε ιστορικά γεγονότα, δεν περιλαμβάνουν ακριβή διήγηση, ούτε προσήλωση σε συγκε­κριμένα πρόσωπα .
Εδώ οι ήρωες, σε αντίθεση από τα ακριτικά, δεν έχουν υπερφυσικές ικανότητες και είναι απλοί θνητοί.
Στα ολιγόστιχα λιτά, χωρίς εξηγήσεις και περιγραφές περιστατικών, κλέφτικα τραγούδια η μετάβαση από την μια εικόνα στην άλλη γίνεται γρήγορα.
Σε όλα σχεδόν απαντάται ζωντανός διάλογος μεταξύ προσώπων, ενώ ενίοτε, όταν δεν υπάρχει δεύτερο πρόσωπο, ο δημιουργός εισάγει μια συμβατική εικόνα, ένα πουλί με ανθρώπινη λαλιά, μια κόρη, προκειμένου να παραχθεί ο διάλογος.



''Του Βασίλη''   Κλέφτικο
         Τα κλέφτικα τραγούδια έχουν ως θέμα τη ζωή και τα κατορθώματα των κλεφτών. O Βασίλης, ο κεντρικός ήρωας του τραγουδιού, επιλέγει, όπως έκαναν πολλοί νέοι άντρες στα χρόνια της τουρκοκρατίας, να φύγει από τη σκλαβιά και να ζήσει την ελεύθερη ζωή των κλεφτών. Τόσο η εθνική όσο και η κοινωνική του περηφάνια τον ωθούν να εγκαταλείψει τα υλικά αγαθά μιας υπόδουλης ζωής και να γίνει αντάρτης, ελεύθερος μέσα στη φύση των απόκρημνων βουνών.
«Βασίλη, κάτσε φρόνιμα, να γένεις νοικοκύρης,
για ν' αποχτήσεις πρόβατα, ζευγάρια κι αγελάδες,
χωριά κι αμπελοχώραφα, κοπέλια* να δουλεύουν.
- Μάνα μου εγώ δεν κάθομαι να γίνω νοικοκύρης,
να κάμω αμπελοχώραφα, κοπέλια να δουλεύουν,
και να 'μαι σκλάβος των Τουρκών, κοπέλι στους γερόντους.*
Φέρε μου τ' αλαφρό σπαθί και το βαρύ τουφέκι,
να πεταχτώ σαν το πουλί ψηλά στα κορφοβούνια,
να πάρω δίπλα τα βουνά, να περπατήσω λόγγους,*
να βρω λημέρια* των κλεφτών, γιατάκια* καπετάνων•
και να σουρίξω* κλέφτικα, να σμίξω τους συντρόφους,
που πολεμούν με την Τουρκιά και με τους Αρβανίτες».


Πουρνό* φιλεί τη μάνα του, πουρνό ξεπροβοδιέται.
«Γεια σας βουνά με τους γκρεμνούς, λαγκάδια με τις πάχνες!
- Καλώς το τ' άξιο το παιδί και τ' άξιο παλικάρι».
 

Ν.Γ. Πολίτη, Δημοτικά τραγούδια, Γράμματα



Ενότητα 1η: Η συμβουλή της μάνας

(Βασίλη ………..να δουλέψουν)
Το κλέφτικο τραγούδι μας μεταφέρει στην ιστορικοκοινωνική πραγματικότητα των προεπαναστατικών χρόνων.

Μια μάνα, στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, από αγάπη και φροντίδα για το γιο της, τον Βασίλη, του προτείνει να κάτσει φρόνιμα: δηλαδή να μην κάνει κάτι παράτολμο, να λειτουργήσει με βάση τη λογική, να κάτσει σπίτι του, να γίνει νοικοκύρης και να επιλέξει την γεωργική και κτηνοτροφική ζωή που του εξασφαλίζει ηρεμία και οικονομική άνεση.

Η μητέρα απευθύνεται στο γιο της σε β πρόσωπο . Η ζωή που περιγράφει η μητέρα στο γιο της φαίνεται μια όμορφη ζωή με ανέσεις και ηρεμία αλλά αποσιωπάται ένα σημαντικό στοιχείο: η έλλειψη ελευθερίας

Ενότητα 2η: Η απόφαση του Βασίλη να γίνει κλέφτης

(Μάνα μου……… Αρβανίτες)
  
Ο Βασίλης είναι ένας κοινός άνθρωπος αλλά το ιδανικό της ελεύθερης ζωής και η βαθιά αίσθηση της αξιοπρέπειας τον οδηγούν να απαρνηθεί την βολεμένη ζωή του υπόδουλου και να διαλέξει την επικίνδυνη αλλά ελεύθερη ζωή των κλεφτών. Ο Βασίλης απαντά κατηγορηματικά ότι δεν πρόκειται να κάτσει φρόνιμα για να αποκτήσει όλα όσα του ανέφερε η μητέρα του και να συμβιβαστεί με μια υπόδουλη ζωή. Στο λόγο του επαναλαμβάνει κάποια από τα λόγια της μάνας του και λέει ότι δεν δέχεται να είναι σκλάβος των Τούρκων ή των Ελλήνων που συνεργάζονταν με τους Τούρκους και εκμεταλλεύονταν τους συμπατριώτες τους. Στα λόγια του διακρίνουμε προμηνύματα του απελευθερωτικού αγώνα του 1821.



Ο Βασίλης ανακοινώνει την απόφαση του ,που είναι να γίνει κλέφτης και να φύγει στα βουνά. Μάλιστα ζητά από την ίδια τη μητέρα του αν του δώσει τα όπλα του ώστε να την κάνει να συμμετέχει και αυτή  στην απόφαση του. Η παρομοίωση «να πεταχτώ σαν το πουλί» φανερώνει τη δίψα του Βασίλη για ελευθερία. Ο Βασίλης αισθάνεται την ανάγκη να βαδίζει ελεύθερα αλλά αυτό δεν του αρκεί: θέλει να κάνει και πόλεμο εναντίον των κατακτητών: δηλώνεται η ανδρεία και η γενναιότητα του.
 Η πορεία του προς τα βουνά περιγράφεται πολύ γλαφυρά και παραστατικά. Η κλιμάκωση και το ασύνδετοπαρουσιάζουν την πορεία του Βασίλη προς την κλεφτουριά, την ανάληψη δράσης και την έναρξη του αγώνα κατά των Τούρκων. 

Ο Βασίλης παρουσιάζεται: αξιοπρεπής, ασυμβίβαστος, αποφασιστικός, υπερήφανος, λάτρης της ελευθερίας, γενναίος, τολμηρός, αγωνιστής, άξιος συνεχιστής των προγόνων του.




Ενότητα 3η : Η πραγματοποίηση της απόφασης του Βασίλη

(Πουρνό……παλικάρι)

Ο Βασίλης αποχαιρετά τη μητέρα του η οποία δεν κάνει καμιά προσπάθεια να τον μεταπείσει και αποδέχεται την απόφαση του. Ο Βασίλης φτάνει στον προορισμό του και μιλά με τα στοιχεία της φύσης που τον υποδέχονται στην καινούρια του ζωή.  Ο Βασίλης χαίρεται που είναι πια ελεύθερος και τα προσωποποιημένα στοιχεία της φύσης τον καλοδέχονται και τον επαινούν.





Στιχουργική- γλώσσα

Το τραγούδι έχει όλα τα τυπικά γνωρίσματα των δημοτικών τραγουδιών:
1.Ο στίχος είναι ιαμβικός δεκαπεντασύλλαβος, ανομοιοκατάληκτος και χωρίζεται σε δύο ημιστίχια. Κάθε στίχος έχει ολοκληρωμένο νόημα.
 2.Η γλώσσα είναι απλή, λαϊκή, δημοτική, κυριαρχούν οι ρηματικοί τύποι, απουσιάζουν τα επίθετα και υπάρχουν ιδιωματικές λέξεις( γένεις, κοπέλια, σουρίξω, γιατάκια).
3. Υπάρχει παρατακτική σύνδεση, εκφραστική λιτότητα, προσωποποίηση και συνομιλία με τη φύση.

Ύφος : ζωντανό, παραστατικό, γρήγορο, (διάλογος, ενεστώτας), συγκινητικό (όταν η μάνα τον συμβουλεύει), ηρωικό (όταν η κλεφτουριά τον υποδέχεται).
  
 Ερωτήσεις 
  • 1. Να διακρίνετε το κλέφτικο τραγούδι που διαβάσατε σε δύο (2) νοηματικές ενότητες και να γράψετε έναν πλαγιότιτλο για την καθεμιά.
  • 2. Τι είναι το κλέφτικο δημοτικό τραγούδι και ποιο είναι συνήθως το περιεχόμενό του
  • 3. Το συγκεκριμένο δημοτικό τραγούδι ποιες βασικές αξίες και ιδανικά της τότε εποχής προβάλλει;
  • 4. Σε ποια συναισθηματική κατάσταση βρίσκεται η μάνα του «μελλοντικού» κλέφτη; Τι νιώθει για το παιδί της και τι θέλει να πετύχει με τα λόγια της;
  • 5. Στο δημοτικό αυτό τραγούδι παρουσιάζονται δύο διαφορετικές απόψεις σχετικά με το «ποιον» της ανθρώπινης συμπεριφοράς απέναντι στην υποδούλωση και τη στέρηση της ελευθερίας. Να τις εντοπίσετε και να τις αναπτύξετε.
  • 6. Να σκιαγραφήσετε την προσωπικότητα του αγωνιστή Βασίλη και τις μητέρας του. Να δικαιολογήσετε τους χαρακτηρισμούς που θα αποδώσετε.
  • 7. Να παρουσιάσετε τη δομή της στιχουργικής σύνθεσης του τραγουδιού.
  • 8. Ποιο είναι το ύφος του ανώνυμου δημιουργού και ποια γλώσσα χρησιμοποιεί; 
  • 9. Να αντιστοιχίσετε τις προτάσεις της Στήλης Α’ με τα κατάλληλα σχήματα λόγου της Στήλης Β’:

    ΣΤΗΛΗ Α’
    ΣΤΗΛΗ Β’
    «να πεταχτώ σαν το πουλί»
    αντίθεση
    «να πάρω… να περπατήσω… να βρω…»
    ασύνδετο σχήμα
    «Φέρε μου τ’ αλαφρό σπαθί και το βαρύ τουφέκι»
    οπτική εικόνα
    «να πάρω δίπλα τα βουνά»
    μεταφορά
    «Πουρνό φιλεί τη μάνα του, πουρνό ξεπροβοδιέται»
    ηχητική εικόνα
    «και να σουρίξω κλέφτικα»
    επανάληψη
    «που πολεμούν με την Τουρκιά»
    παρομοίωση

10.  O πλούσιος έχει τα φλωριά, έχει o φτωχός τα γλέντια.
Άλλοι παινάνε τον πασά και άλλοι το βεζίρη,
μα γώ παινάω το σπαθί το τουρκοματωμένο,
το χει καμάρι η λεβεντιά, κι' ο κλέφτης περηφάνεια.


«Κλέφτικο· 
 Ποιες πληροφορίες για τη ζωή των κλεφτών μας δίνουν τα δύο δημοτικά τραγούδια;

   ·  Πώς αντιμετωπίζει ο λαός την επιλογή των «κλεφτών» να φύγουν στο βουνό και πώς κρίνει τις πράξεις τους;
  • O Βασίλης έχει τη δυνατότητα να επιλέξει ανάμεσα σε δυο μορφές ζωής. Ποιες είναι αυτές; Ποιαν επιλέγει και γιατί; Πώς αξιολογείτε αυτή την επιλογή;
  • Τι σημαίνει η λέξη φρόνιμα στο τραγούδι μας;
  • Ο Βασίλης παίρνει αμέσως την απόφασή του; Την υλοποιεί γρήγορα;
  • Ποια είναι η ζωή των κλεφτών όπως φαίνεται από το κείμενο;
  • Ποιο πιστεύετε ότι  είναι το περιεχόμενο των κλέφτικων τραγουδιών; Ποιες αξίες θα προβάλλονται σε αυτό το είδος των τραγουδιών;

Ακούστε το κλέφτικο "Του Βασίλη"

Το τραγούδι αυτό έχει μεγάλη διάδοση στη Θεσσαλία. Ακούστε μια παραλλαγή από αυτές που κυκλοφορούν:



Κλέφτικα τραγούδια: στίχοι

Δικτυογραφία:http://2stav-glossa.blogspot.gr/2014/02/blog-post_25.html

Κυριακή 4 Μαρτίου 2018

Αναμνήσεις της Κωνσταντίνας από τη Γερμανία

Η Κωνσταντίνα και οι αράχνες της είναι ένα από τα πιο πρόσφατα βιβλία της Άλκης Ζέη 
αφού η πρώτη έκδοση του έγινε το 2002   Έχει μεταφραστεί στα γαλλικά , τα αγγλικά , 
τα ισπανικά καστίλλης και τα καταλανικά.
Στο οπισθόφυλλο διαβάζουμε : 
Κωνσταντίνα! Κωνσταντίνα! Κωνσταντίνα! Κωνσταντίνα! 
Και έλεγε ότι δε θα ακούσει σήμερα τη γιαγιά της και τις τρεις αχώριστες φίλες της. Γκρίνια ,
 γκρίνια , γκρίνια. Ε , βέβαια , που να καταλάβουν αυτές από εφηβεία , που είναι της γενιάς 
της Κατοχής! <<Μα δεν πήρες είδηση τίποτα;>> ρωτάει και ξαναρωτάει η γιαγιά. <<Όχι ,
 τίποτα.>> Είχε τόσο χαρεί για την καινούρια τους ζωή στη Γερμανία , που ούτε της πέρασε
 απ' το νου πως οι γονείς της μια μέρα θα χώριζαν. Κι ακόμη χειρότερα : ότι θα την έστελναν
 πίσω στην Ελλάδα να ζήσει με τη γιαγιά της για κάποιο διάστημα.
Όμως την Κωνσταντίνα δεν τη νοιάζει τίποτε πια. Ούτε το διαζύγιο των γονιών της και οι 
καινούριες τους οικογένειες , ούτε η γκρίνια της γιαγιάς και τα προβλήματα στο νέο της 
σχολείο. Αυτή την έχει βρει τη λύση. Ας είναι καλά ο Λουμίνης , ένα αγόρι από μεγαλύτερη 
τάξη. Ένα
 γαλάζιο θαυματουργό χαπάκι κι ύστερα κι άλλο ένα κι ύστερα πολλά θαυματουργά χαπάκια ,
 κι ύστερα πολλά θαυματουργά ψέματα , και μια στα ουράνια , μια στον γκρεμό , κι ύστερα... 
δεν έχει επιστροφή. 
YΠΟΘΕΣΗ 
Η Κωνσταντίνα είναι το μόνο παιδί που έχουν αποκτήσει οι γονείς της, όχι όμως και το μόνο εγγόνι που έχει αποκτήσει η γιαγιά της, η οποία όπως φαίνεται δεν της έχει ιδιαίτερη αδυναμία. Ιδιαίτερη αδυναμία είχε μόνο στην ξαδέλφη της που δεν βρίσκεται στη ζωή πια. Όλα ξεκίνησαν από την πρώτη μέρα που ήρθε η Κωνσταντίνα στη ζωή. Οι πιθανότητες να ζήσει ήταν ελάχιστες. Κι όμως το μικρό αυτό λειψανάκι πήγαινε πια δημοτικό στην Ελλάδα, έχοντας και τους δυο της γονείς εκπαιδευτικούς. Όταν όμως οι γονείς της βρίσκουν καλύτερη δουλειά στην Γερμανία – την οποία λόγω Κατοχής μισεί η γιαγιά της – μετακομίζουν εκεί. Η Κωνσταντίνα γράφεται σε ένα μεγάλο, καινούριο σχολείο στο οποίο θα γνωρίσει την κολλητή της αλλά και ένα άλλο άνθρωπο που θα της σταθεί αργότερα: τον Χερ Χάινερ, ο οποίος είναι διευθυντής του νέου της σχολείου. Εντοπίζει στην Κωνσταντίνα πολλά καλά χαρακτηριστικά, πράγμα που την κάνει να τον συμπαθήσει αμέσως. Μετά από πολύ καιρό οι γονείς της χωρίζουν. Ο πατέρας της είναι αποφασισμένος να ξαναφτιάξει τη ζωή του με τη μαμά της Μπριγκίτε, συμμαθήτριας της Κωνσταντίνας, ενώ η μαμά της με τον κύριο Γιάννη. Σε μια τόσο δύσκολη κατάσταση αποφασίζουν όλοι μαζί να στείλουν την Κωνσταντίνα για λίγο καιρό , ίσως και πολύ, στην Ελλάδα να μείνει με την γιαγιά της. Εκεί η Κωνσταντίνα φοιτά στο Γυμνάσιο της περιοχής, στην πρώτη τάξη και γνωρίζει νέα παιδιά. (Δεν ξεχνά όμως και την κολλητή της φίλη στην οποία στέλνει συχνά γράμματα).  Στο σχολείο της γνωρίζει τον Λουμίνη, που βρίσκεται σε παρόμοια κατάσταση με εκείνη. Ο Λουμίνης, όμως είναι χρήστης ναρκωτικών και σιγά –σιγά μπλέκει και την ίδια στο περίεργο αυτό «παιχνίδι». Αρκετό καιρό αργότερα η Κωνσταντίνα για να μπορεί να παίρνει το πολυπόθητο αυτό χαπάκι, κλέβει μερικά από τα σπάνια γραμματόσημα της γιαγιάς της. Τα δίνει στον Λουμίνη και εκείνος με τη σειρά του στη Λαίδη Ντι, έμπορο ναρκωτικών η οποία τους δίνει τον «θησαυρό» τους. Μετά από κάποιο καιρό η Κωνσταντίνα συναντά τον Λουμίνη μ’ ένα κουτί στα χέρια του. Της αποκαλύπτει μια κουκουβάγια που, καθώς λέει, του έσωσε τη ζωή πετώντας χτυπημένη δίπλα του πριν κάνει ένεση. Έτσι ξεκινάει το ταξίδι της διάσωσής της. Κατά τη διάρκειά του η Κωνσταντίνα λέει στο Λουμίνη το σχέδιο για να γυρίσουν «εκεί πραγματικά που θέλουν». Του δίνει γραμματόσημα κρυφά από τη γιαγιά της και τις τρεις Ασπασίες για να τα πουλήσει στη Λαίδη Ντι. Το σχέδιο ξεκινά, όμως ο Λουμίνης δεν εμφανίζεται. Η Κωνσταντίνα λοιπόν επισκέπτεται μόνη της την Λαίδη Ντι, η οποία για την ηρεμήσει της κάνει μια ένεση. Όταν ο Λουμίνης βρίσκει το κορίτσι λιπόθυμο, το αφήνει κάτω από το σπίτι της γιαγιάς της. Εκείνη τότε καταλαβαίνει τι συμβαίνει. ( Οι φίλες της γιαγιάς, οι τρεις Ασπασίες, συνεχώς την ρωτάνε το ίδιο που ρώταγε κι εκείνη την εγγονή της για τον χωρισμό των γονιών της: - Μα καλά, δεν κατάλαβες τίποτα; - Όχι, τίποτα. ) Όλοι αντιμετωπίζουν το γεγονός πολύ ψύχραιμα. Μάλιστα το άρρωστο κορίτσι επισκέπτεται και ο αγαπημένος της δάσκαλος, ο κύριος Μπένος μαζί με τη γλυκιά γυναίκα του, την οποία αμέσως συμπαθεί η Κωνσταντίνα. Η γυναίκα του κυρίου Μπένου είχε περάσει κι εκείνη ένα παρόμοιο πρόβλημα και καταλαβαίνει απόλυτα το νεαρό κορίτσι. Τέλος αυτό που θα παρακινήσει την Κωνσταντίνα να δεχθεί εξωτερική βοήθεια είναι μία επίσκεψη της Λαίδη Ντι η οποία εμφανίζεται για πρώτη φορά σαν ένα απλό καθημερινό κορίτσι. Την ενημερώνει για τον θάνατο του φίλου της Λουμίνη και της δίνει το αγαπημένο του φυλαχτό. 

Αναμνήσεις της Κωνσταντίνας από τη Γερμανία
΄Αλκη Ζέη

ΕΝΟΤΗΤΕΣ – ΔΟΜΗ
1η ενότητα: «Λένε πως άμα πνίγεσαι... τα πιο πολλα για το σχολείο που το λάτρευα»
Οι αναμνήσεις της Κωνσταντίνας από τη ζωή της στο Άαχεν με τους γονείς της
2η ενότητα: «Το αγάπησα από τη στιγμή που το είδα.   «Κυρία Στέλλα είστε το ντιαμάντι του Σχολείου.»
Οι εντυπώσεις της Κωνσταντίνας από την πρώτη μέρα στο γερμανικό σχολείο – Η εγκάρδια υποδοχή του διεθυντή του σχολείου, Χερ Χάινερ
3η ενότητα: «Πού να τον άκουγε η Φαρμουρ... γιατί πέθανε κι η μητέρα της.»
Οι αντιδράσεις της γιαγιάς (Φαρμούρ) για τον γάμο των γονιών της εξαιτίας πολιτικών λόγων
4η ενότητα: «Πολύ θα στενοχωριόταν... τρία πλήν ένα πόσο κάνει.»
Η επίδοση και οι φίλοι της Κωνσταντίνας στο γερμανικό σχολείο – Χαρακτηρισμός του γερμανικού εκπαιδευτικού συστήματος

ΘΕΜΑΤΑ
-          Η Κωνσταντίνα βρισκόμενη τώρα σε απελπισία και απόγνωση, αναπολεί τις παλαιότερες στιγμές, που έζησε στη Γερμανία.
-          Ένα σχολείο με μαθητές διαφόρων εθνικοτήτων: ένα διαπολιτισμικό σχολείο
-          Οι δυσκολίες του γερμανικού εκπαιδευτικού συστήματος.
-          Ο Ελληνικός Εμφύλιος Πόλεμος
Βρισκόμαστε στην εποχή του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου (1946-1949) λίγο μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου οι Έλληνες χωρισμένοι σε πολιτικές παρατάξεις πολεμούν μεταξύ τους για το ποιος θα αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας. Διεξάγονται ένοπλες συγκρούσεις μεταξύ του Δημοκρατικού Στρατού (υπό των έλεγχο των κομμουνιστών) και του Ελληνικού Στρατού (υπό τον έλεγχο της δεξιάς κυβέρνησης στην Αθήνα), που είχαν ως αποτέλεσμα την ήττα των κομμουνιστών.

ΧΑΡΑΚΤΗΡΕΣ
Κωνσταντίνα 
Στην αρχή του κειμένου η Κωνσταντίνα βρίσκεται σε απελπισία και απόγνωση εξαιτίας κάποιου προβλήματος που αντιμετωπίζει.
Αναπολεί (=θυμάται) με νοσταλγία τις ευτυχισμένες μέρες στη Γερμανία και τις εμπειρίες της στο γερμανικό σχολείο.
Για τους γονείς της μιλά με τρυφερότητα, εκτίμηση και αγάπη.
Θυμάται με νοσταλγία τις βόλτες με τον μπαμπά της.
Νιώθει θαυμασμό και υπερηφάνεια για τη (δασκάλα) μητέρα της.
Νιώθει πικρία και μιλά με κάποια δόση ειρωνείας και με επικριτική διάθεση για τη γιαγιά της, τη Φαρμούρ.

Πρώτη μέρα στο σχολείο
Νιώθει μεγάλη αγωνία, άγχος, ταραχή στην ιδέα και μόνο πως θα συναντήσει τον διευθυντή του σχολείου.
Βλέποντας το ζεστό και όμορφο περιβάλλον του σχολείου με τις γλάστρες στα περβάζια και τους πίνακες στους τοίχους αρχίζει να ηρεμεί.
Στη συνέχεια, πριν μπει στο γραφείο του διευθυντή κυριεύεται και πάλι από μεγάλο άγχος, αμηχανία και φόβο.
Η εγκάρδια συμπεριφορά του τη βοηθά να χαλαρώσει.

Στην τάξη
Μέσα στην τάξη νιώθει άνετα γιατί υπάρχουν και άλλοι μαθητές από διαφορετικές εθνικότητες. Η κοκκινομάλλα Σίγκριντ και ο Διαγόρας το αγόρι από την Αφρική που είναι πρώτος μαθητής στην τάξη. Δεν αισθάνεται να γίνονται διακρίσεις εις βάρος της επειδή είναι ξένη (Ελληνίδα σε γερμανικό σχολείο) ούτε νιώθει διαφορετική και αποξενωμένη από τους άλλους μαθητές.
Προσαρμόζεται στην τάξη και περνάει ευχάριστα με τους συμμαθητές της.
Η μητέρα
Είναι πολύ ευσυνείδητη στο επάγγελμά της (είναι δασκάλα ελληνικών στο γερμανικό σχολείο) με αποτέλεσμα να έχει κερδίσει την αγάπη και τον σεβασμό των μαθητών αλλά και του διευθυντή στο γερμανικό σχολείο. (Ο διευθυντής την ονομάζει: «το ντιαμάντι του σχολείου».)
Η γιαγιά της Κωνσταντίνας, η Φαρμούρ, κράτησε αρχικά αρνητική στάση απέναντί της (πριν τον γάμο της με τον μπαμπά της Κωνσταντίνας) για πολιτικούς λόγους, αλλά δεν κατάφερε να τους χωρίσει και έτσι παντρεύτηκαν.
Οι δύο οικογένειες των γονιών της Κωνσταντίνας είχαν διαφορετικές πολιτικές πεποιθήσεις και ανήκαν σε διαφορετικές πολιτικές παρατάξεις.

Ο πατέρας
Η Κωνσταντίνα θυμάται με νοσταλγία και τρυφερότητα και νοσταλγία τους περιπάτους με τον μπαμπά της και τις ατελείωτες κουβέντες που είχε μαζί του για όλα τα θέματα που την απασχολούσαν.

Η Φαρμούρ (η γιαγιά της Κωνσταντίνας)
Παρουσιάζεται αντιπαθητική με ακλόνητες και απόλυτες πολιτικές πεποιθήσεις.
Κρατάει στάση αρνητική και επικριτική απέναντι στη μελλοντική της νύφη.
Δεν καταφέρνει να χωρίσει τους δύο νέους που τελικά παντρεύτηκαν.
Ο σύζυγος της γιαγιάς (ο παππούς της Κωνσταντίνας) διώχθηκε κατά τον Ελληνικό Εμφύλιο Πόλεμο. Μάλιστα ο άλλος παππούς της Κωνσταντίνας (ο πατέρας της μητέρας της), που ήταν αξιωματικός της χωροφυλακής, έτυχε να τον συνοδεύσει στην εξορία.
Παρά το γεγονός ότι η γνωριμία και ο γάμος των δύο νέων έγινε μετά τον θάνατο των δύο παππούδων, η Φαρμούρ δεν μπόρεσε να ξεπεράσει τα άσχημα βιώματα που κουβαλούσε από εκείνα τα χρόνια, με αποτέλεσμα να νιώθει αντιπάθεια για τη μελλοντική νύφη της.

Ο χερ Χάινερ (ο Διευθυντής του σχολείου)
Προσιτός, ευγενικός, εγκάρδιος.
Αγαπάει τα παιδιά, δεν είναι ρατσιστής απέναντι στους ξένους.
Εκτιμά και επιβραβεύει το έργο των συναδέλφων του.
Εκτιμά και θαυμάζει ιδιαίτερα τη μητέρα της Κωνσταντίνας.

ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ
Αφήγηση
  • Το κείμενο είναι μια πρωτοπρόσωπη αφήγηση (αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο), 
  • όπου η αφηγήτρια είναι και η κεντρική ηρωίδα του κειμένου (Κωνσταντίνα). Η Κωνσταντίνα θυμάται με νοστλγία το παρελθόν της στη Γερμανία.
- Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση έχει ζωντάνια και παραστατικότητα.
- Αποτελεί μια αυθεντική εμπειρία (εμπειρία από πρώτο χέρι) εφόσον περιγράφει γεγονότα που έχει ζήσει η ίδια.
  • Αναδρομική αφήγηση: Η αφήγηση των γεγονότων του παρελθόντος

Σχήματα λόγου
Μεταφορές: «βουλιάζω στη στεριά», «βλέμμα καρφωμένο πάνω μου», «το ντιαμάντι της τάξης» Προσωποποιήσεις: «Το γερμανικό σχολείο δεν αστειεύεται», «Η καρδιά μου έπαψε να παίζει ταμπούρλο»
Παρομοιώσεις: «σαν κινηματογραφική ταινία», «έμοιαζε με λειψανάκι», «μαλλιά κόκκινα σα φλόγες»
Εικόνες: το σπίτι μας, βόλτα στους πεζόδρομους με τον μπαμπά, η τάξη

Γλώσσα – Ύφος
Η γλώσσα του αποσπάσματος είναι η δημοτική. Ο λόγος είναι μακροπερίοδος. Έχουμε περισσότερο αφηγηματική παρουσίαση των γεγονότων (διήγηση γεγονότων), παρά ψυχολογική απεικόνιση των χαρακτήρων (παρουσίαση της ψυχολογίας (= πώς νιώθουν) των χαρακτήρων)

Το ύφος είναι απλό (όχι περίτεχνο). Ειναι νοσταλγικό (η Κωνσταντίνα αναπολεί το παρελθόν της στη Γερμανία), αυτοβιογραφικό (αναφέρεται στα γεγονότα της ζωής της) και ρεαλιστικό (αποδίδει τα γεγονότα όπως έγιναν).
Δικτυογραφία:
http://epimorfosi-nikaia.blogspot.gr/2011/07/2.html

Γλυκό του κουταλιού

  Γλυκό του κουταλιού           Μεγάλο μέρος της ποίησης του Κύπριου ποιητή Κυριάκου Χαραλαμπίδη απηχεί το ιστορικό γεγονός της τουρκικής ει...